- Μαξιμιλιανός
- I
(Maximilian). Όνομα αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.1. Μ. A’ (Νόισταντ Βιέννης 1459 – Βελς 1519). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού έθνους (1493-1519). Ήταν πρωτότοκος γιος του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Γ’ και της Ελεονόρας της Πορτογαλίας. Ως αρχιδούκας της Αυστρίας, αύξησε σημαντικά την επικράτεια της αυτοκρατορίας. Ο γάμος του με τη Μαρί Μπλανς, μοναδική θυγατέρα του Καρόλου του Ριψοκίνδυνου, κληρονόμου των χωρών της Βουργουνδίας και της Κομητείας της Γαλλίας (France Compte) του έδωσε το δικαίωμα να επηρεάζει την κατάσταση στη Φλάνδρα. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τη σύγκρουσή του με τη Γαλλία του Λουδοβίκου ΙΑ’· οι εχθροπραξίες που είχαν ανασταλεί με τη συνθήκη του Αράς (1483), επαναλήφθηκαν επί Καρόλου H’ και τερματίστηκαν με την ειρήνη του Σανλίς, που επιδίκασε στον Μ. τις κτήσεις του στη γαλλική κομητεία. Το 1486 ο Μ. στέφθηκε βασιλιάς των Ρωμαίων και έλαβε, διαδεχόμενος τον πατέρα του Φρειδερίκο, τον θρόνο της Γερμανίας το 1493. Τον επόμενο χρόνο επαναλήφθηκαν οι εχθροπραξίες με τους Γάλλους, αυτή τη φορά σε ιταλικό έδαφος. Η διαμάχη έληξε με τις συμφωνίες του Μπλουά, οι οποίες επικύρωσαν τη διχοτόμηση της βενετικής ενδοχώρας μεταξύ του Γάλλου και του Γερμανού ηγεμόνα. Η συγκρότηση του Συνασπισμού του Καμπρέ από τη Γαλλία, την Ισπανία, τον πάπα και τον Μ. εναντίον της Βενετίας, έδωσε στον αυτοκράτορα τη δυνατότητα μιας εφήμερης εξάπλωσης των κτήσεών του προς τη ενετική επικράτεια. Τελικά, η Αγία Συμμαχία του 1510 μεταξύ Βενετίας και πάπα, στην οποία προσχώρησε και η Ισπανία, επέτρεψε στη Γαληνότατη Δημοκρατία του Ανδρία να ανακτήσει τις χαμένες περιοχές της. Ο μακροχρόνιος πόλεμος έκλεισε με τη συνθήκη των Βρυξελλών (1516), που επέβαλε στον Μ. να παραιτηθεί από τη Βερόνα. Η πολεμική αυτή δραστηριότητα, αν και χωρίς νίκες, δεν εμπόδισε τον Μ. να αναπτύξει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του μία προσεκτική δυναστική πολιτική, η οποία του επέτρεψε να αφήσει πεθαίνοντας σταθεροποιημένη την ηγεμονία των Αψβούργων στη δυτική Ευρώπη και προϋποθέσεις για μια ένωση των παραδουνάβιων χωρών (Αυστρίας, Βοημίας και Ουγγαρίας) κάτω από το αυτοκρατορικό στέμμα των διαδόχων του.2. Μ. B’ (Βιέννη 1527 – Ρέγκενσμπουργκ 1576). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού έθνους (1564-76) Ήταν γιος του αυτοκράτορα Φερδινάνδου και της Άννας, κόρης του βασιλιά της Ουγγαρίας και Βοημίας Λαδίσλαου. Ανατράφηκε στην Ισπανία και συμμετείχε στην εκστρατεία του Κάρολου E’ εναντίον της Γαλλίας (1544). Το 1548 παντρεύτηκε τη Μαρία, κόρη του Κάρολου E’ και εξαδέλφη του, παραμένοντας επί δύο ακόμα χρόνια στην Ισπανία. Το 1550 επέστρεψε στη Γερμανία για να πάρει μέρος στις διαπραγματεύσεις για τη διαδοχή στον αυτοκρατορικό θρόνο. Εγκαταστάθηκε έπειτα στη Βιέννη (1552), όπου συνδέθηκε φιλικά με τον αυλικό ιερέα Σεβαστιανό Πφάουζερ, ο οποίος και τον προσηλύτισε στον λουθηρανισμό. Πάντως, για καθαρά πολιτικούς λόγους, ο Μ. δεν άφησε ποτέ να μαθευτεί ότι ήταν οπαδός του λουθηρανισμού, αν και υπέθαλψε την ανάπτυξή του. Το 1562 εξελέγη βασιλιάς των Ρωμαίων και, αργότερα, της Βοημίας. Μετά τον θάνατο του πατέρα του έγινε αυτοκράτορας του Γερμανικού έθνους. Αρνήθηκε να πληρώσει τον φόρο που είχε υποσχεθεί ο Φερδινάνδος στους Τούρκους, με αποτέλεσμα τα σουλτανικά στρατεύματα να εισβάλουν στη χώρα του. Ο Μ. κατόρθωσε να τα αναχαιτίσει, ταυτόχρονα όμως υπέγραψε οκταετή ανακωχή με τον σουλτάνο Σελίμ B’, στον οποίο υποσχέθηκε ότι θα του πληρώνει κάθε χρόνο και τον φόρο που υπήρξε αφορμή της διαμάχης. Τον διαδέχθηκε ο γιος του, Ροδόλφος Β’.
Ο αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός Α’, σε προσωπογραφία του Άλμπρεχτ Ντίρερ (1519) (Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης, Βιέννη).
IIΟ Μαξιμιλιανός Β’ των Αψβούργων, προσωπογραφία του ζωγράφου Μόρο (Μουσείο Πράντο, Μαδρίτη).
(Maximilian). Όνομα βασιλιάδων της Βαυαρίας.1. Μ. Α’ Ιωσήφ Βίτελσμπαχ (Maximilian I Joseph Wittelsbach, Μάνχαϊμ 1756 – Νίμφενμπουργκ 1825). Εκλέκτορας (1799-1825) και πρώτος βασιλιάς της Βαυαρίας (1805-13). Ήταν γιος του πρίγκιπα Φρειδερίκου του Παλατινάτου Τσβαϊμπρίκεν Μπίρκενφελντ. Υπηρέτησε στον γαλλικό στρατό με τον βαθμό του συνταγματάρχη (1777) και πολύ γρήγορα έγινε αντιστράτηγος. Την περίοδο 1782-89 έμενε στο Στρασβούργο, όμως με την έναρξη της Γαλλικής Επανάστασης παραιτήθηκε από τον γαλλικό στρατό και ανέλαβε υπηρεσία στον αυστριακό. Το 1795 διαδέχθηκε τον αδερφό του Κάρολο B’ στο δουκάτο του Τσβαϊμπρίκεν και έγινε εκλέκτορας της Βαυαρίας μετά από τέσσερα χρόνια. Οι επεκτατικές φιλοδοξίες της Αυστρίας τον ανάγκασαν το 1805 να ταχθεί στο πλευρό της Γαλλίας· μετά την ειρήνη του Πρεσβούργου, ανταμείφθηκε με το βασιλικό στέμμα και με σημαντικά εδάφη στη Σουηβία και τη Φραγκονία. Επίσης, συμμετείχε στην Ομοσπονδία του Ρήνου που είχε ιδρύσει ο Ναπολέων και έμεινε πιστός σύμμαχός του έως τις παραμονές της μάχης της Λιψίας. Με τη συνθήκη του Ριντ (1813), εξασφάλισε την ακεραιότητα του βασιλείου του από τους Γερμανούς ηγεμόνες και προσχώρησε στη Γερμανική Συνομοσπονδία (1815). Στις 26 Μαΐου 1816 παραχώρησε σύνταγμα στον βαυαρικό λαό. Γενικά, η βασιλεία του υπήρξε ευεργετική για τη Βαυαρία. Στις ημέρες του ενισχύθηκαν το εμπόριο και η γεωργία, ο στρατός αναδιοργανώθηκε και βελτιώθηκε σημαντικά η νομοθεσία. Στην ιδιωτική του ζωή ο Μ. υπήρξε απλός και φιλοδοξούσε να είναι πατέρας του λαού του. Έκανε δυο γάμους, τον πρώτο με την πριγκίπισσα Βιλελμίνη του Έσεν και τον δεύτερο με την πριγκίπισσα Καρολίνα-Φρειδερίκη του Μπάντεν.2. Μ. Β’ Ιωσήφ Βίτελσμπαχ (Maximilian IΙ Joseph Wittelsbach, Μόναχο 1811 – 1864). Βασιλιάς της Βαυαρίας (1848-64). Ήταν γιος του βασιλιά Λουδοβίκου Α’ και άσκησε συνετή πολιτική. Επιθυμούσε την ανάδειξη των μικρότερων κρατιδίων της Γερμανίας σε ισχυρή πολιτική δύναμη. Τον διαδέχθηκε ο γιος του, Λουδοβίκος Β’.III(Maximilian). Όνομα ηγεμόνων (εκλεκτόρων) της Βαυαρίας.1. Μ. A’ o Μέγας (Μaximilian I, 1573 – 1651). Δούκας και εκλέκτορας της Βαυαρίας (1597-1651). Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του δούκα Γουλιέλμου E’, τον οποίο και διαδέχθηκε. Ανατράφηκε σε περιβάλλον ιησουιτών και ήταν θερμός οπαδός του καθολικισμού. Το 1609 ανέλαβε την ηγεσία των καθολικών ηγεμόνων που πολέμησαν τους ηγεμόνες οπαδούς του Λούθηρου. Κατά τον Τριακονταετή πόλεμο συμμάχησε με τον αυτοκράτορα Φερδινάνδο B’, κατέλαβε ως ενέχυρο για τις δαπάνες της εκστρατείας την Άνω Αυστρία και προχώρησε εναντίον της Βοημίας. Το 1620, τα στρατεύματά του νίκησαν τους Βοημούς στον Λευκό Λόφο της Πράγας και ο Μ. πήρε τον τίτλο του εκλέκτορα για την επιτυχία της εκστρατείας αυτής. Αργότερα, πέτυχε την απομάκρυνση του στρατηγού Βαλενστάιν από την υπηρεσία του αυτοκράτορα Φερδινάνδου. Το 1630 ο βασιλιάς της Σουηδίας Γουσταύος Αδόλφος επιτέθηκε εναντίον της Βαυαρίας και ο Μ. αναγκάστηκε να πολεμήσει κάτω από τις διαταγές του Βαλενστάιν, ο οποίος είχε ανακληθεί. Αγωνίστηκε με γενναιότητα εναντίον των Σουηδών και των Γάλλων συμμάχων τους, αλλά τελικά ηττήθηκε (1631, 1632).2. Μ. B’ Μαρία-Εμμανουήλ (Maximilian ΙΙ Maria-Emmanuel, Μόναχο 1662 – 1726). Εκλέκτορας της Βαυαρίας (1679-1726). Ήταν εγγονός του Μ. A’ και γιος του Φερδινάνδου Μαρία, τον οποίο και διαδέχθηκε. Συμμετείχε στους πολέμους εναντίον των Τούρκων, στους οποίους και διακρίθηκε (1683). Το 1690 διορίστηκε αρχιστράτηγος των στρατευμάτων του Ρήνου εναντίον των Γάλλων και τον επόμενο χρόνο εκδήλωσε αξιώσεις στον ισπανικό θρόνο, εξαιτίας του πρώτου γάμου του με την κόρη του Λεοπόλδου A’. Στον πόλεμο για τη διαδοχή του ισπανικού θρόνου συμμάχησε με τον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΔ’, αλλά μετά τις ήττες του στο Σέλενμπεργκε (1704) και στο Χαίχσταιτ (1704), αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Βαυαρία. Το 1706 διετέλεσε επικεφαλής γαλλικών στρατευμάτων αλλά γνώρισε πολλές ήττες και έχασε τη Βραβάντη. Μετά τη σύναψη, της συνθήκης του Ράστατ, αποκαταστάθηκε στις προηγούμενες κτήσεις του και τον διαδέχθηκε ο γιος του, ο κατοπινός αυτοκράτορας Κάρολος Z’.3. Μ. Γ’ Ιωσήφ (Μaximilian III Joseph, 1727 – 1777). Εκλέκτορας της Βαυαρίας. Ήταν γιος του αυτοκράτορα Κάρολου Z’. Μετά τον θάνατο του πατέρα του παραιτήθηκε από όλες τις αξιώσεις που είχε η χώρα του στην Αυστρία. Υπήρξε ειρηνόφιλος και στράφηκε προς την παιδεία, φροντίζοντας για τη βελτίωση των σχολείων και πανεπιστημίων της χώρας. Παράλληλα, ελάττωσε τον αριθμό των μοναστηριών και ίδρυσε στο Μόναχο την Ακαδημία Επιστημών (1759). Κατά τον Επταετή πόλεμο συμμάχησε με τους εχθρούς του Φρειδερίκου B’.IV(Ferdinand Maximilian Joseph, Σένμπρουν 1832 – Κερέταρο, Μεξικό 1867). Αρχιδούκας της Αυστρίας και αυτοκράτορας του Μεξικού (1864-67). Ήταν αδελφός του αυτοκράτορα της Αυστρίας Φραγκίσκου Ιωσήφ. Σε νεαρή ηλικία υπηρέτησε στο πολεμικό ναυτικό ως αξιωματούχος, ενώ το 1857 ανέλαβε ως γενικός κυβερνήτης τη διοίκηση του βασιλείου της Λομβαρδίας και Βενετίας· αφού εγκαταστάθηκε στο Μιλάνο με τη σύζυγό του, Καρλότα, ο Μ. επιχείρησε να εξουδετερώσει την εθνικιστική αντίδραση των Μιλανέζων, οι οποίοι δυσπιστούσαν προς την αυστριακή κυριαρχία. Υιοθέτησε μια πολιτική συνεργασίας με τους προκρίτους του Μιλάνου, επιδιώκοντας ταυτόχρονα την προώθηση της λομβαρδικής οικονομίας. Τελικά, αντιμετώπισε τόσο την εχθρότητα της Βιέννης προς κάθε είδους παραχωρήσεις με αυτονομιστικό χαρακτήρα όσο και την αντίδραση των ίδιων των Μιλανέζων, η οποία υποδαυλιζόταν από τον Καβούρ. Ο Ν. τελικά απέτυχε και επέστρεψε για ένα διάστημα στην υπηρεσία του αυστριακού πολεμικού ναυτικού. Μετά τον πόλεμο του 1859, ο Μ. εγκαταστάθηκε στο Μιραμάρε της Τεργέστης, ώσπου ο Ναπολέων Γ’ του προσέφερε το στέμμα του Μεξικού. Μολονότι η εκστρατεία των Γάλλων στο Μεξικό είχε απώτερο σκοπό την εκμετάλλευση του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου για επεμβάσεις στην Λατινική Αμερική προς όφελος της Γαλλίας, δημιούργησε στον Μ. την αυταπάτη της εγκαθίδρυσης μιας πεφωτισμένης μοναρχίας, που θα έφερνε την ειρήνη στη χώρα (1864). Τελικά, ο επαναπατρισμός των γαλλικών εκστρατευτικών δυνάμεων που επιβλήθηκε από τις ΗΠΑ απομόνωσαν τον Μ. και έβλαψαν τη δημοτικότητά του, αναγκάζοντάς τον να αντιμετωπίσει με λίγους οπαδούς τις δημοκρατικές δυνάμεις. Ο αγώνας κράτησε λίγους μόνο μήνες: αφού συνελήφθη με προδοσία, παραδόθηκε στον Χουάρες και τουφεκίστηκε στο Κερέταρο.
Dictionary of Greek. 2013.